Skip to main content

Ιερός Ναός Τιμίου Προδρόμου Άργους

Στα δυτικά της πόλης του Άργους βρίσκεται ο ιστορικός ναός του Τιμίου Προδρόμου. Στα πρώτα βυζαντινά χρόνια στη θέση του υπήρχε ημιυπόγειος ναΐσκος ο οποίος κατά τη λαϊκή παράδοση ήταν αφιερωμένος στην Αγία Παρασκευή. Την περίοδο της Τουρκοκρατίας η ημιυπόγεια διάσταση του ναού εμπόδιζε τους Τούρκους να εισέλθουν με τα άλογά τους μέσα στο ναό και να τον βεβηλώσουν.

Ως υποστήριξη της λαϊκής παράδοσης που θέλει εκείνον τον ναό αφιερωμένο στην Αγία Παρασκευή υπάρχουν δύο στοιχεία. Το πρώτο είναι ότι το αριστερό κλίτος του σημερινού ναού είναι αφιερωμένο στην Αγία Παρασκευή και το δεύτερο, ότι νοτίως του ναού σε κοντινή απόσταση, οι Αργείοι έχτισαν αργότερα μικρό εκκλησάκι στο όνομά της Αγίας Παρασκευής σε ανάμνηση του παλαιού ναού.

Ο ναός αυτός είχε βυζαντινές αγιογραφίες και τιμαλφείς πολυελαίους, γιατί ήταν έδρα του Επισκόπου Άργους. Σε αυτόν μάλιστα κατά τα έτη 1793 – 1797 υπηρέτησε ως ιεροδιάκονος του Επισκόπου Άργους Ιακώβου, ο μετέπειτα Επίσκοπος Παλαιών Πατρών Γερμανός. Ο ναός είχε μεγάλο προαύλιο χώρο, όπως και σήμερα και χρησίμευε ως κοιμητήριο των δημογερόντων και άλλων επιφανών Αργείων της εποχής εκείνης.

Κατά την επιδρομή του Μουσταφά Μπέη ( Κεχαγιάμπεη ) στις 6 Απριλίου 1821 στο Άργος, ο ναός γλυτώνει την πυρά και την καταστροφή.

Στις 26 Νοεμβρίου 1821 συγκεντρώνονται στο προαύλιο του ναού από την Τρίπολη οι 52 πληρεξούσιοι της Α΄ Εθνοσυνέλευσης των επαναστατημένων Ελλήνων και με τα ψηφίσματά τους δίνουν επίσημο κύρος στην Επανάσταση, που είχε ήδη αρχίσει από την Άνοιξη.

«Ο μεν Ιωάννης ο Πρόδρομος εγένετο ο διαπρύσιος κήρυξ της ελεύσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού,
ο δ΄ εν Άργει Ναός Αυτού εγένετο ο επίσημος Πρόδρομος της πολιτικής υπάρξεως και ανεξαρτησίας της Ελλάδος».

Υπό την προεδρία του Δημητρίου Υψηλάντη, την 1η Δεκεμβρίου 1821 αρχίζουν στο ναό και τον προαύλιο χώρο του οι εργασίες της Α΄ Εθνοσυνέλευσης. Ο γραμματέας του Δημητρίου Υψηλάντη, Νεόφυτος Βάμβας, εξεφώνησε τον εναρκτήριο λόγο και οι πληρεξούσιοι ορκίστηκαν πίστη στην πατρίδα.

Για λόγους ασφαλείας όμως, οι εργασίες της Εθνοσυνέλευσης διακόπηκαν και συνεχίστηκαν στην Πιάδα (Νέα Επίδαυρο), όπου την 1η Ιανουαρίου 1822 εξέδωσε το εξής ψήφισμα:

«Εν ονόματι της Αγίας και Αδιαιρέτου Τριάδος.
Το Ελληνικόν Έθνος το υπό την φρικώδη Οθωμανικήν δυναστείαν, μη δυνάμενον να φέρει τον βαρύτατον ζυγόν της τυραννίας και αποσείσαν αυτόν με μεγάλες θυσίες, κηρύττει σήμερον δια των νομίμων προστατών του, εις Εθνικήν συνηγμένων συνέλευσιν, ενώπιον Θεού και ανθρώπων την πολιτικήν αυτού ύπαρξιν και ανεξαρτησίαν».

Τον Ιούλιο του 1822 κατά την αποχώρηση του Δράμαλη προς την Κόρινθο και την συντριβή του στα Δερβενάκια, ο ναός καίγεται μαζί με όσες οικίες είχαν σωθεί από την εισβολή του Κεχαγιάμπεη.

Μετά την αποκατάσταση της τάξης και με τα δεινά που είχε επιφέρει η κατοχή του Άργους από τον Δράμαλη και κυρίως η καταστροφή που προκάλεσε κατά την αποχώρησή του, προς το τέλος του 1822 οι Αργείοι αποφάσισαν να χτίσουν έναν νέο ναό στην θέση του καμένου ναΐσκου της Αγίας Παρασκευής.

Πολλοί κάτοικοι βοήθησαν να γκρεμιστεί το τουρκικό Διοικητήριο, κτίσματα της διοίκησης του τελευταίου βοεβόδα (διοικητή) του Άργους Αλή-μπέη αλλά και τμήματα από ένα παρακείμενο Μουσουλμανικό τέμενος. Τα υλικά μεταφέρθηκαν στον προαύλιο χώρο και άρχισαν να χτίζουν τον νέο ναό. Ανάμεσα στα υλικά αυτά ήταν και δεκατέσσερις  κίονες με κιονόκρανα διαφορετικών ρυθμών, που στήθηκαν έξω από το ναό και σχημάτισαν το νάρθηκα, πάνω από τον οποίο τέθηκε ο γυναικωνίτης.

Οι κίονες αυτοί είναι βαμμένοι με το αίμα πολλών Αργείων, που αποκεφαλίστηκαν ή μαρτύρησαν με άλλους τρόπους δεμένοι σε αυτούς. Σημαντική είναι η μαρτυρία του Ιταλού κόμη και περιηγητή Ιωσήφ Πέκιο, που επισκέφτηκε το Άργος την Άνοιξη του 1825 ο οποίος αναφέρει χαρακτηριστικά:

«… ίδωμεν προς τούτοις τους τοίχους της εκκλησίας, ην προσφάτως ήρξαντο κτίζοντες δια του υλικού μουσουλμανικού τεμένους ανεγερθέντος ποτέ δια των ερειπίων παλαιάς ελληνικής εκκλησίας, ήτις ίσως ώφειλε και αυτή την γέννησίν της εις λείψανα αρχαίου ναού. Ούτω στρέφεται της τύχης ο τροχός, ο δε κόσμος δεν είναι ειμή καταστροφή και ανασύστασις της αυτής ύλης…»

(Ι. Πέκιο, Η Ελλάς κατά το έαρ του 1825, σελ. 18).

Στα πρακτικά της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης του Άργους υπάρχει η εξής αναφορά:

«Συνεδρίασις ΙΘ, Αυγούστου 3, 1829. Ανεγνώσθη έγγραφον της Αυτού Εξοχότητος του Κυβερνήτου της Ελλάδος, Ιωάννου Αντ. Καποδίστρια, προβάλλον αίτημα να δοθεί άδεια από τη Κυβέρνηση ώστε να δώσει χρηματική βοήθεια στον ανεγειρόμενο ναό της κοινότητος Άργους με την ονομασία Τίμιος Πρόδρομος…».

Η χρηματική δωρεά κατ’ άλλους ήταν 3.000 φοίνικες, κατ’ άλλους 20.000. Γι’  αυτό στη δυτική πλευρά του εξωτερικού τοίχου του ναού τοποθετήθηκε η εξής αφιερωματική μαρμάρινη επιγραφή:

«Η πόλις Αργείων
Τω Ιωάννη Αντ. Καποδιστρίω
Ευνοίας ένεκεν τόδε τέμενος
ΑΩΚΘ΄μηνί Σεπτ.»

Στις 29 Αυγούστου 1829, στην ανάμνηση της αποτομής της κεφαλής του Τιμίου Προδρόμου, ο πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδας Ιωάννης Καποδίστριας με δάκρυα στα μάτια και χέρια που έτρεμαν κατέθεσε το θεμέλιο λίθο του ναού.

Η ανέγερση του ναού προχωρούσε απρόσκοπτα με την επιστασία του ίδιου του Κυβερνήτη και του οικονόμου του ναού, ιερέως Νικολάου Οικονόμου. Ολοκληρώθηκε το 1832 και από τότε μέχρι τον Απρίλιο του 1865, που ανεγέρθηκε ο νέος ναός του Αγίου Πέτρου, λειτουργούσε ως Μητροπολιτικός ναός της Επισκοπής Άργους. Εδώ τελέστηκαν οι επίσημες τελετές και δοξολογίες για την έλευση, ορκωμοσία και ενηλικίωση των βασιλέων Όθωνος και Γεωργίου Α΄.

Ο ναός του Τιμίου Προδρόμου Άργους είναι τρίκλιτος σταυροειδής εγγεγραμμένος με τρούλο. Το δεξιό κλίτος είναι αφιερωμένο στον Άγιο Χαράλαμπο και το αριστερό στην Αγία Παρασκευή. Έχει λαμπρά διακοσμημένο ξυλόγλυπτο τέμπλο με αγιογραφίες του 1836 από το διάσημο αγιογράφο Ευστάθιο.

Το καμπαναριό του ναού κατασκευάστηκε το 1853 με δαπάνη του δήμου επί δημαρχίας Κωνσταντίου Βώκου. Με τον ισχυρό σεισμό του 1896 ο ναός κατέστη ετοιμόρροπος και γι’ αυτό το 1912 ασφαλίστηκε εσωτερικά με σιδεριές.

Στα ιστορικά κειμήλια του ναού συγκαταλέγονται ένας χρυσοκέντητος Επιτάφιος σε βελούδο που εικάζεται ότι κατασκευάστηκε στις αρχές του 20ού αι., το ξυλόγλυπτο κουβούκλιο του Επιταφίου το οποίο σύμφωνα με τις εκτιμήσεις ειδικών κατασκευάσθηκε λίγο μετά το τέμπλο , παλαιά εκκλησιαστικά βιβλία, σκεύη και άμφια, μεταξύ των οποίων ένα ιεροδιακονικό ένδυμα, που σύμφωνα με προφορικές παραδόσεις είναι αφιέρωμα της αυτοκράτειρας της Ρωσίας Αικατερίνης της Μεγάλης, προς τον τότε διάκονο Παλαιών Πατρών Γερμανό.

Στον προαύλιο χώρο του ναού έχουν ταφεί:

 

  • ο Επίσκοπος Έλους Άνθιμος, που πέθανε από τύφο κατά τη διάρκεια της Α΄ Εθνοσυνέλευσης.
  • ο στρατηγός της επανάστασης Δημήτριος Τσώκρης και όλα τα μέλη της οικογένειάς του. (Ο τάφος του υπάρχει και σήμερα στη νοτιοανατολική πλευρά του αύλειου χώρου του ναού).
  • ο Δανός φιλέλληνας γιατρός Jedassen, που τραυματίστηκε στη μάχη του Ξεριά κατά την εισβολή του Κεχαγιάμπεη.
  • ο φιλέλληνας λοχαγός Κάρολος φον Λίνσιγκ, που κόπηκαν τα δυο του πόδια από μπάλα πυροβόλου κατά την έφοδο του Ναυπλίου (3-4 Δεκεμβρίου 1821).
  • ο Γερμανός φιλέλληνας γιατρός Bolteman κατά το 1822.
  • ο Αμερικανός φιλέλληνας George Jarvis, που πέθανε στο Άργος το 1828 από τις κακουχίες του πολέμου σύμφωνα με τον Φωτάκο.
  • ο Βαυαρός φιλέλληνας αξιωματικός Σπίττερ.
  • ο Ανδρέας Δανόπουλος, που διετέλεσε υπουργός Εσωτερικών το 1852.

Τέλος, στο βορειοδυτικό μέρος του περιβόλου του ναού ετάφησαν σε λάκκο χωρίς νεκρώσιμη ακολουθία οι περισσότεροι από τους 300 Αργείους αλλά και Γάλλους στρατιώτες που σφαγιάστηκαν κατά την συμπλοκή Ελλήνων και Γάλλων που ξέσπασε στις 4 Ιανουαρίου του 1833 .

Στο εσωτερικό του ναού, σύμφωνα με προφορική παράδοση, κάπου στο δεξιό κλίτος, έχουν τοποθετηθεί σε λάρνακα τα λείψανα του Επισκόπου Κορίνθου Κύριλλου Ροδόπουλου, Αργείου, που διετέλεσε πρώτος πρόεδρος της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Από το 1829 μέχρι και σήμερα στο ναό του Τιμίου Προδρόμου τελείται η επίσημη δοξολογία της 25ης Μαρτίου και γίνεται κατάθεση στεφάνων στο μνημείο που βρίσκεται στο βόρειο μέρος του προαυλίου.

Στις 5 Μαρτίου 1937 ο Βασιλέας Γεώργιος Β΄ κηρύσσει με διάταγμά του ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο το ναό του Τιμίου Προδρόμου.

Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής (1941-1944), ο τότε ιεροκήρυκας και μετέπειτα εμβληματικός Μητροπολίτης Αργολίδος Χρυσόστομος ο Β΄ Δεληγιαννόπουλος, οργάνωσε και λειτουργούσε στο ναό του Τιμίου Προδρόμου διανομή συσσιτίου στα παιδιά, τις επίτοκες και τους υπερήλικες στο προαύλιο του ναού, όπου είχαν στηθεί τα συνεργεία παρασκευής φαγητού με δυνατότητα διανομής 2.000 μερίδων την ημέρα. Στα παιδιά, τους αρρώστους και τις επίτοκες χορηγείτο και γάλα.

Την 24η Φεβρουαρίου 2011, από άγνωστη μέχρι στιγμής αιτία, προκλήθηκε πυρκαγιά στο λέβητα πετρελαίου του ναού, κάηκε η δεξιά πτέρυγα του γυναικωνίτη, κειμήλια, εικόνες, άμφια και το μεγαλύτερο μέρος του αρχείου του ναού. Από την αιθάλη μαύρισε το εσωτερικό του ναού και υπέστησαν σημαντικές φθορές οι αγιογραφίες και το τέμπλο.

Με τη βοήθεια ευλαβών Αργείων αλλά και επίσημων φορέων, επισκευάστηκε προσωρινά η καμένη στέγη και καθαρίστηκε ένα τμήμα του εσωτερικού του ναού.
Το 2017 πραγματοποιήθηκε η ολοκληρωτική αποκατάσταση της στέγης του γυναικωνίτη και καθαρίστηκε τελείως η αιθάλη στο εσωτερικό του ναού.

 

Σημείωσις:
Tα στοιχεία και οι πληροφορίες έχουν ληφθεί από το έργο του Αναστασίου Π. Τσακόπουλου «ΣΥΜΒΟΛΑΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ», ΕΚΔΟΣΙΣ ΧΡΟΝΙΚΟΝ ΤΟΥ ΜΟΡΙΑ, ΑΘΗΝΑΙ 1953.